Η πτώση των δικταρορίων και η άνθιση του νέου κινηματογράφου
Σύμφωνα με τον Κάρλος Ρεβιριέγκο, η επιλογή των ισπανικών ταινιών του αφιερώματος «επικεντρώνεται σε εκείνες τις παραγωγές που ασχολούνται με τα γεγονότα της ισπανικής πολιτικής μετάβασης, είτε σε χρόνο προγενέστερο των ιστορικών γεγονότων είτε μετά το τέλος της δικτατορίας.
Παρουσιάζουν μια ορισμένη ποικιλομορφία αισθητικών προσεγγίσεων από την περίοδο μεταξύ 1973 και 1984, οι οποίες κατά κάποιον τρόπο προτείνουν τόσο μια ιστορική αποτύπωση και κοινωνική αντανάκλαση της εποχής τους, όσο και μια έκφραση των «απελευθερωμένων» εικόνων του ισπανικού κινηματογράφου, ο οποίος βεβαίως είχε ήδη αρχίσει την ιδιαίτερη μετάβασή του στη δεκαετία του 1960 με τον λεγόμενο «Νέο Ισπανικό Κινηματογράφο».
Σκηνοθέτες όπως ο Μπαζίλιο Μαρτίν Πατίνο και ο Κάρλος Σάουρα ανήκαν σε αυτή την ομάδα εξαιρετικών δημιουργών που επέδειξαν κριτική στάση απέναντι στο καθεστώς, αν και πάντα εκ των έσω, και πρότειναν μια αισθητική στροφή μακριά από την εσωστρεφή εθνική κουλτούρα προς έναν πιο «ευρωπαϊκό» κινηματογράφο.
Ντοκιμαντέρ όπως το Τραγούδια για μετά τον πόλεμο, που πρόσφατα αποκαταστάθηκε από την Ταινιοθήκη της Ισπανίας, και H απομάγευση, συμπυκνώνουν το πνεύμα μιας χώρας που αναπολεί με ειρωνεία τις επίσημες πολιτιστικές εικόνες (δηλαδή τις προπαγανδιστικές ειδήσεις, τη μεταπολεμική λαϊκή μουσική και τους ποιητές του καθεστώτος) την ίδια στιγμή που την απεικονίζουν στην παρακμή της. Η Σεσίλια Μπαρτολομέ και η Πιλάρ Μιρό, σπουδάστριες στην Επίσημη Σχολή Κινηματογράφου (Escuela Oficial de Cinematografía), ήταν μερικές από τις λίγες γυναίκες της κινηματογραφικής βιομηχανίας, το έργο των οποίων αναδείχθηκε ως ένδειξη του ραγδαία εξελισσόμενου ρόλου της γυναίκας στην Ισπανία από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 έως τη δεκαετία του 1980.
Η περίπτωση του Εγκλήματος της Κουένκα της Μιρό έγινε ένα από τα πολύ σπάνια παραδείγματα λογοκρισίας ήδη στη δημοκρατία, γνωστή ως «υπόθεση Μιρό». Χρόνια αργότερα ακολούθησε ο «νομός Μιρό» σχετικά με τους κανονισμούς και τις επιδοτήσεις στον κινηματογραφικό κλάδο, όταν η σκηνοθέτιδα διορίστηκε το 1982 διευθύντρια του Ινστιτούτου Κινηματογράφου και Οπτικοακουστικών Τεχνών (ICAA). Αυτές οι πολιτικές δημιούργησαν ένα μοντέλο εθνικού κινηματογράφου που θα αποτελούσε τη βάση του κινηματογράφου που θα ακολουθούσε, όπως η διεθνής επιτυχία του Μάριο Καμού με το Οι άγιοι αθώοι.